«Tα ενθυμήματα μιας ζωής» Εκδήλωση στο Παπαστράτειο Αγρινίου

 

Κείμενο και φωτογραφίες Απόστολος Κων. Καρακώστας

Στο Παπαστράτειο μέγαρο του Αγρινίου την Τετάρτη το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε η 5η κατά σειρά εκδήλωση του 10ου κύκλου ομιλιών/παρουσιάσεων για την περίοδο 2024-2025, της Σχολής Τοπικής Ιστορίας και Πολιτισμού «Αθανάσιος Παλιούρας», του  τμήματος Πνευματικών και Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων της Γυμναστικής Εταιρείας Αγρινίου, που καλύπτει πολλές και διαφορετικές πλευρές της τοπικής αλλά και της ευρύτερης ιστορίας.

Η εκδήλωση είχε τίτλο: «Τα ενθυμήματα μιας ζωής. Αγρίνιο: Προπολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια». Είναι η βιο-αφήγηση του αείμνηστου Αγρινιώτη φιλολόγου, Βασίλη Σαλάκου (1919 - 2021)». 

Ομιλήτρια η φιλόλογος  Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κυρία Χρυσούλα Σπυρέλη.

Η παρουσιάστρια φιλόλογος κυρία Θεοδώρα Καραγιώργου ευχαρίστησε τους προσκεκλημένους για την παρουσία τους στην εκδήλωση.

Ο κ. Νικόλαος Σαλάκος, Ομ. Καθηγητής Μαιευτικής & Γυναικολογίας Ε.Κ.Π.Α., τ. Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Οικογενειακού Προγραμματισμού, γιός του αείμνηστου Βασιλείου Σαλάκου, τίμησε με την παρουσία του την εκδήλωση που ήταν αφιερωμένη στην μνήμη του θείου του και του πατέρα του.

Η Δρ. Χρυσούλα Σπυρέλη μίλησε στην εκδήλωση της Γ.Ε.Α. και το πλήρες κείμενο της εισήγησής της ακολουθεί. Είναι μία ιστορική καταγραφή που μας μεταφέρει στο κλίμα της μαύρης περιόδου της κατοχής.

----------------------------ο---------------------------

ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ.

ΑΓΡΙΝΙΟ: ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ.

Η βιο-αφήγηση του αειμνήστου φιλολόγου, Βασιλείου Σαλάκου (1920-2021).

Μια ακόμη ανάγνωση σήμερα».[1]

Χρυσούλα Σπυρέλη

Φιλόλογος, Δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ το Διοικητικό Συμβούλιο της Γυμναστικής Εταιρείας Αγρινίου (Γ.Ε.Α) για την πρόσκληση και συγχαίρω τον Πρόεδρο κ. Ανδρέα Μπρέσιακα, καθώς και τον Έφορο Πνευματικών και Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων, Ανδρέα Σκαρτσάρη, αλλά και όλα τα μέλη του Δ.Σ. για τις ποικίλες δραστηριότητές τους που αναδεικνύουν την Σχολή Τοπικής Ιστορίας και Πολιτισμού, η οποία φέρει την τιμητική προσωνυμία «Αθανάσιος Παλιούρας» ως αναγνώριση της πολύπλευρης και μακροχρόνιας προσφοράς του Πανεπιστημιακού Καθηγητή ιδιαίτερα στην πατρίδα του, την Αιτωλοακαρνανία.[2] Ευγνώμων εξαρχής, διότι μου δόθηκε η δυνατότητα να παρουσιάσω τις γραπτές βιο- αφηγήσεις του Βασιλείου Σαλάκου (1919- 2001), ενός αξιόλογου φιλολόγου Αγρινιώτη καθηγητή. Ευχαριστώ πρωτίστως τον υιό του Νίκο Β. Σαλάκο, ιατρό, ο οποίος έτμησε  με την παρουσία του, την εκδήλωση της Γ.Ε.Α (26 Φεβρουαρίου 2025), αλλά παράλληλα τον ευχαριστώ και για την συνεργασία μας η οποία συντέλεσε ώστε να δουν το φως της δημοσιότητας οι γραπτές καταθέσεις του αειμνήστου πατρός του.

Α.

Η γνωριμία μου με την οικογένεια Σαλάκου έγινε αρχές φθινοπώρου του 2000. Συγκεκριμένα αναζητώντας το «Αρχείο Σκουβαρά – Σαλάκου», όπως ονομάζεται και έχει καταχωριστεί πλέον στην Εθνική Βιβλιοθήκη, όλο εκείνο το λογοτεχνικό και ιστορικό υλικό που διατηρούσε ο αείμνηστος Εκπαιδευτικός, Βασίλειος Σαλάκος, με έφερε σε επικοινωνία με τον ίδιο και με την οικογένεια του υιού του Νίκου, αλλά και με τους στενούς συγγενείς του.

Για τον Βασίλειο Σαλάκο είχα μάθει, τότε, ότι υπηρέτησε ως φιλόλογος καθηγητής, τέλη της δεκαετίας του 1950, στο Γυμνάσιο Αρρένων Αγρινίου και ότι ήταν αδελφός του παλληκαριού Χρήστου Σαλάκου που απαγχονίστηκε από τους Γερμανούς κατακτητές, μαζί με τον Πάνο Σούλο και τον Αβραάμ Αναστασιάδη, την Μεγάλη Παρασκευή του 1944, στην κεντρική πλατεία της πόλης. Την ίδια μέρα, στην ίδια πόλη, οι Γερμανοί κατακτητές με τους ντόπιους ταγματασφαλίτες, τουφέκιζαν στον περίβολο του Ναού της Αγίας Τριάδας Αγρινίου και άλλους 120 αγωνιστές (ανάμεσά τους και μια γυναίκα, η Κατίνα Χατζάρα).[3]

Αυτή η σελίδα της ιστορίας μού υπέβαλε βαθύτατο δέος, όταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά τον Βασίλειο Σαλάκο στο σπίτι του στη Νέα Φιλοθέη. Σημειωτέον ότι το ταξίδι στην Αθήνα το οφείλω στον αείμνηστο Αγρινιώτη Θ.Μ. Πολίτη, ο οποίος μέχρι τα βαθειά γεράματα ήταν ένα ανεξάντλητο προφορικό Αρχείο. «Θα βρεις τον φιλόλογο, τον δυνατό, τον Βασίλη Σαλάκο να σε καθοδηγήσει», μου είπε.

Πράγματι ο Βασίλειος Σαλάκος με υποδέχτηκε με ευγένεια και Ελληνική Φιλοξενία. Άκουσε με προσοχή τα ενδιαφέροντά μου σχετικά με την εύρεση του υλικού που χρειαζόμουν και ανταποκρίθηκε στο αίτημά μου. Ανέσυρε από τη βαρυφορτωμένη βιβλιοθήκη του μια σειρά από φακέλους  αρχειοθετημένους και με αξιοσημείωτη τάξη τους ξεδίπλωνε μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου.

Πρώτα το αρχείο του φίλου, συμφοιτητή και συγάμβρου του, Βαγγέλη Σκουβαρά, καθηγητή της Μεσαιωνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, που έφυγε απ’ τη ζωή απρόοπτα, το 1983, αφήνοντας στην τύχη τις προσωπικές του σημειώσεις. Ένας φάκελος γεμάτος χειρόγραφα, αποκόμματα εφημερίδων και αδημοσίευτα ποιήματα του Ρουμελιώτη ποιητή Θανάση Κυριαζή (1887 - 1950). Ένας ακόμη φάκελος, με την ημιτελή επιστημονική μελέτη του Β. Σαλάκου για τον διαφωτιστή και Διδάσκαλο του γένους, Κωνσταντίνο Κούμα (1777-1836) και μια ανέκδοτη μελέτη του για το εκπαιδευτικό έργο του Αδαμαντίου Κοραή.

«Αυτά μόνο κράτησα» – μου είπε – «το υπόλοιπο έργο του, το παρέδωσα στα Γενικά Κρατικά Αρχεία Βόλου». «Εδώ», συνέχισε, «σ’ αυτό το φάκελο που σου δείχνω τώρα, είναι δικά μου γραπτά. Κείμενα από τον καιρό της Αντίστασης και άλλα μετά, από τα χρόνια που υπηρέτησα στην εκπαίδευση. Μερικά τα ξανακοίταξα και τα έχω δακτυλογραφήσει. Για να τα διαβάζει κάποτε το εγγονάκι που περιμένω απ’ τη Ρενάτα και το Νίκο.... Τα άλλα θέλουν δουλειά ακόμη. Σου τα παραδίδω όλα. Να τα διαβάσεις και είμαι βέβαιος ότι θα κάνεις το καλύτερο».

Τα έβαλε στην άκρη μαζί με τους προηγούμενους φακέλους και μου τα εμπιστεύτηκε χωρίς δισταγμό. Αυτός ήταν και ο μίτος της Αριάδνης! Βρισκόμουν μπροστά σε τρεις αληθινές αφηγήσεις, τρεις βιο - αφηγήσεις, ιστορίες ζωής, αυτοβιογραφίες. Όπως κι αν τις ονομάσουμε, παραπέμπουν στο ίδιο κειμενικό είδος. Δακτυλογραφημένες οι δυο και ολιγοσέλιδες. Θα αναφερθώ περιληπτικά στο περιεχόμενο των δυο πρώτων που τυπώθηκαν σε βιβλία όσο εκείνος όσο ζούσε.

Η πρώτη αφήγηση, με τον τίτλο ΈΛΙΟΤ ΜΠΑΤΑΛΙΑ (Β. ΟΥΓΚΩ, Νο 80-ΡΩΜΑ), είχε γραφεί το 1947 και αναφέρεται στη γνωριμία του με τον Ιταλό αξιωματικό Έλιοτ Μπατάλια, στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Μια ιστορία που διαδραματίστηκε το 1943 στο Αγρίνιο, στο σπίτι του (οδός Σουλίου 9). Στο διπλανό σπίτι, επιταγμένο από τις αρχές Κατοχής, έμενε ο νεαρός Ιταλός Μπατάλια, ο οποίος, μετά τον αφοπλισμό του απ’ τους Γερμανούς, ζητούσε βοήθεια, απ’ το γείτονά του, Βασίλειο Σαλάκο, να τον κρύψει, να τον βοηθήσει να περάσει στο βουνό κι από κει να γυρίσει στην πατρίδα του.

Ήταν λίγες μέρες μετά την αναγκαστική παραίτηση του Μουσολίνι και τη συνθηκολόγηση της νέας Ιταλικής Κυβέρνησης με τους συμμάχους. Η Γερμανική Διοίκηση  έστειλε τελεσίγραφο να καταθέσουν οι Ιταλοί τα όπλα και να παραδοθούν στους Γερμανούς ή να συνεχίσουν να πολεμούν στο πλευρό τους (Σεπτέμβριος 1943). Τότε άρχισε και η περιπέτεια του Μπατάλια. Μια ιστορία δραματική και, όπως γράφει ο Θ.Μ. Πολίτης:

«Πρόκειται για ένα αντιπροσωπευτικό – Αντιστασιακό γεγονός στο οποίο πρωταγωνίστησε ο Β. Σαλάκος αψηφώντας τη ζωή του όταν «έβγαλε από το Αγρίνιο και οδήγησε στην περιοχή της Ελεύθερης Ελλάδας, έναν Ιταλό αξιωματικό που κινδύνευε να εκτελεστεί από τους Γερμανούς, όταν, μετά την συνθηκολόγηση με τους συμμάχους (8 Σεπτεμβρίου 1943) του Ιταλού Στρατηγού Μπαντόλιο, οι Ιταλικές δυνάμεις Κατοχής στην Ελλάδα έχασαν τα προνόμιά τους και από ώρα σε ώρα περίμεναν το ολιγότερο να συλληφθούν, ως αιχμάλωτοι των Γερμανών, και το περισσότερο όχι σπάνιο, να εκτελεσθούν, όπως έγινε την ίδια εποχή στην Κεφαλονιά με ομαδικές εκτελέσεις Ιταλών».[4]

Σημειωτέον ότι ο υπότιτλος του βιβλίου (Β. ΟΥΓΚΩ, Νο 80-ΡΩΜΑ) δεν είναι άλλο παρά η διεύθυνση του 23χρονου Ιταλού Στρατιώτη, Έλιοτ Μπατάλια, για την τύχη του οποίου αγωνιούσε ο συγγραφέας Β. Σαλάκος και για χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου. Έχοντας διαρκώς την ελπίδα, ταχυδρομούσε επιστολές στην παραπάνω διεύθυνση, όπως μου είπε ο ίδιος, μήπως μάθει έστω και από την οικογένειά του τί απέγινε «εκείνο το παιδί», ο Έλιοτ Μπατάλια… Την ισόβια αυτή αγωνία του αποτύπωσε και στο ομότιτλο κείμενό του, στο οποίο προσθέτει και την ημερομηνία γραφής: «Ιούλιος 1947».

«Τι απέγινε ο Έλιοτ και οι άλλοι συμπατριώτες του; Έφτασαν στα ποθητά παράλια της σωτηρίας τους; Αποβιβάστηκαν στην πατρίδα τους, την Ιταλία, και σε μέρη που ελέγχονταν από συμμαχικά στρατεύματα; Και το σπουδαιότερο, που βασάνιζε τη σκέψη μου και θεωρούσα κατά ένα τρόπο και τον εαυτό μου υπεύθυνο. Άντεξε στις μύριες όσες κακουχίες εκείνο το καλομαθημένο παιδί από την αρχοντική οικογένεια Μπατάλια, της κεντρικής οδού της Ρώμης, Βίκτωρος Ουγκώ, αρ. 80[5].

Η δεύτερη αληθινή αφήγηση, με τον τίτλο «ΚΕΡ – ΦΙΟΥ / ΜΙΚΡΟ ΧΡΟΝΙΚΟ», είχε γραφεί στη Γιαλούσα της Κύπρου και φέρει ημερομηνία γραφής:1/7/1956. Τα χρόνια της εκπαιδευτικής υπηρεσίας του εκεί στο νησί (1953-1956) συνέπεσαν με τα αντίστοιχα του αγώνα των Κυπρίων εναντίον των Άγγλων για την απόκτηση της ανεξαρτησίας τους. Ο τίτλος παραπέμπει στην αυστηρή διαταγή των Άγγλων κατακτητών, οι οποίοι, μετά το κίνημα της ΕΟΚΑ το 1955 στην Κύπρο, τρομοκρατούσαν τους Κύπριους αγωνιστές απαγορεύοντάς τους να βγαίνουν από τα σπίτια τους: Συνηθισμένη αντίδραση των γενναίων καταχτητών, όταν τους γίνονταν επίθεση από τους πατριώτες “ker fiu’’ («κερ- φιού») το λέγανε αυτοί έτσι απλά..».[6]                      «Απ’ αυτή τη στιγμή και μέχρι νεωτέρας διαταγής, όλοι οι κάτοικοι της πόλης θα παραμείνουν κλεισμένοι στα σπίτια τους. Οι παραβάτες θα πυροβολούνται επί τόπου

Ο συγγραφέας με παραστατική αφηγηματικότητα περιγράφει τα δεινά του Κυπριακού λαού και τις φρικαλεότητες των Άγγλων σε βάρος ακόμα και των ανήλικων μαθητών. Παραθέτουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα:

«Ο σχολικός χρόνος πήγαινε προς το τέλος του, όταν θρηνήσαμε ένα απ' τα παιδιά του γειτονικού χωριού, μαθητή της Πέμπτης τάξης του Γυμνασίου. Ο Παρασκευάς μόλις τελειώσαμε το μάθημα και μάζεψα τα πρόχειρα γραπτά της Ιστορίας, έφυγε για το χωριό του και δεν ξαναγύρισε. Ούτε να παραλάβει το γραπτό του διαγώνισμα που το είχα βαθμολογήσει με άριστα γιατί ήταν πραγματικά άριστος μαθητής και με εξαιρετική ευγένεια και ήθος. Τον γάζωσαν με πολυβόλο οι αποικιοκράτες, γιατί τον είδαν να φεύγει με το ποδήλατό του, προς τον κάμπο του χωριού του και τον θεώρησαν κύριο υπεύθυνο για το σαμποτάζ που είχε γίνει εκείνη τη στιγμή εναντίον μιας περιπόλου των αγγλικών αρχών, σε χωριό ανάμεσα Γιαλούσα- Λευκόνοικο».[7]

Η τρίτη βιο-αφήγηση με τον τίτλο ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ[8] είναι και η εκτενέστερη. Καταλάμβανε 102 χειρόγραφες πυκνογραμμένες σελίδες σχήματος Α4 και ήταν διαιρημένη σε εφτά κεφάλαια, όπως ονομάζει ο ίδιος ο συγγραφέας τις ενότητες που τιτλοφορεί ως εξής: Α. ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΑΓΡΙΝΙΟ, Β. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ, Γ. ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, Δ. ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ, Ε. ΜΕΤΑΚΑΤΟΧΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΣΤ. ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Τριετία εκπαιδευτικής υπηρεσίας μου σε Δημόσια σχολεία (1953-1956), Ζ. ΓΙΑΝΕΝΝΑ-ΑΓΡΙΝΙΟ: ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΜΟΥ: 1. Στο Α΄ Γυμνάσιο Αρρένων Ιωαννίνων (1956-1957) και 2. Στο Γυμνάσιο Αρρένων Αγρινίου (1957-1962) κ.α.

Στο πρώτο φύλλο του βιβλίου δημοσιεύεται κείμενο μισής περίπου σελίδας με τον τίτλο «Αντί Προλόγου», όπου ο Βασίλειος Σαλάκος διευκρινίζει τον σκοπό της συγγραφής και προσδιορίζει και το χρονικό διάστημα που καλύπτει η αφήγησή του. Πρόκειται για αυτοβιογραφία, όπως προκύπτει από τη δεύτερη κιόλας παράγραφο:

«Όμως αισθάνομαι ασίγαστη την επιθυμία να εξιστορήσω και να παρουσιάσω κτητικά και σε πρώτο πρόσωπο, όλες τις εμπειρίες μου, τόσο μέσα από τα σχολεία στα οποία υπηρέτησα, όσο και από τον περιβάλλοντα της ζωής μας πολιτικό και πολιτιστικό περίγυρο μέσα στον οποίο έζησα έντονα και με όλες μου τις δυνάμεις ως μαθητής, φοιτητής, αφανής πολίτης, ή οπλίτης στον Εθνικό στρατό και στην Εθνική Αντίσταση αλλά κύρια ως φιλόλογος καθηγητής».[9]

Η τοπική και χρονική ένδειξη, «Αργώ» 11/7/99, στο τέλος του προλογικού κειμένου, φανερώνει ότι το είχε δακτυλογραφήσει σε ηλικία 80 ετών, στην «Αργώ», ένα παραθεριστικό συγκρότημα του Ωρωπού όπου περνούσε τους καλοκαιρινούς μήνες. Στον ίδιο φάκελο υπάρχουν δύο τετράδια 80 φύλλων, χειρόγραφα, τα οποία καλύπτουν, με πρόχειρες σημειώσεις, συμβάντα του βίου του από το 1960 έως το 1986 που συνταξιοδοτήθηκε με τον βαθμό του Γενικού Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης. Πρόκειται για κείμενα που δεν πρόλαβε να επεξεργαστεί και γι’ αυτό δεν τα είχε, καθαρογράψει, λεπτομέρεια που ο ίδιος επισήμανε, όταν μου τα παρέδωσε, όπως αναφέρθηκε παραπάνω.

Θαύμασα τη δουλειά του και αόριστα μελαγχόλησα γι’ αυτή τη βαθύτατη ανάγκη που ένιωσε ο άνθρωπος αυτός, να συμμαζέψει τις μνήμες του και να τις αφήσει παρακαταθήκη στους «αγέννητους» που θα ’ρθουν, όπως λέει κι ο Παλαμάς. Είχε προαισθανθεί, πως τάχυνε το βήμα του και σώνονταν το φως της μέρας του… Σύντομα ακολούθησε η επάρατος νόσος και, αφού πρόλαβε να κρατήσει αγκαλιά το μικρό Βασιλάκη που ήλθε στη ζωή το Μάη του 2001, ένιωσε πανευτυχής, όσο μπορούσε να διακρίνει, μέσα στην περιπέτεια της υγείας του, την ιερή συνέχεια της ζωής που ανέμενε, έφυγε ήρεμος για την Αιωνιότητα στις 14 Σεπτέμβρη 2001.

Όσες φορές επισκέφθηκα την οικογένεια του γιου του, Νίκου, προσανατολιζόμασταν από κοινού στην έκδοση των δυο πρώτων βιβλίων που ανέφερα, αφού και ο αείμνηστος Βασίλειος Σαλάκος στις βαθιές του αναλαμπές διατύπωνε την ίδια επιθυμία και μάλιστα ήθελε να τα αφιερώσει στα παιδιά του και τον εγγονό. Έτσι όσο ακόμα ζούσε, έγινε η έκδοση του ΕΛΙΟΤ ΜΠΑΤΑΛΙΑ[10] και του ΚΕΡ - ΦΙΟΥ[11].




Τα ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ άρχισα να τα επιμελούμαι μετά το θάνατό του λεπτομερώς και με ιδιαίτερη προσοχή, αφού δεν ήταν ολοκληρωμένο το τελικό κείμενο, νιώθοντας βαρύτατη την ευθύνη και το χρέος μου απέναντι στο έργο του δημιουργού - συγγραφέα που αναλάμβανα.

Καταρχήν ταξινομήθηκαν και διαχωρίστηκαν τα χειρόγραφα. Ύστερα πληκτρολογήθηκαν και τιτλοφορήθηκαν τα ήδη υπάρχοντα κεφάλαια με πιο επεξηγηματικούς τίτλους από εκείνους που αρχικά είχε ο συγγραφέας. Το κάθε Κεφάλαιο ανάλογα με τη θεματική του χωρίστηκε σε επιμέρους μικρότερες αριθμημένες ενότητες, για να είναι πιο προσιτό στον αναγνώστη, χωρίς να γίνει καμία απολύτως επέμβαση. Τηρήθηκε μάλιστα και η ορθογραφία του αρχικού κειμένου (π.χ. μειχτός, χτήριο  κ.λπ.). Διατηρήθηκαν τα αρχικά ονομάτων, όπως ο ίδιος τα είχε, όταν δεν ήθελε να αναφερθεί επώνυμα σε πρόσωπα που περιπλέκονταν σε ενέργειες που δεν ήταν πάντοτε αρμοστές και ενάρετες.

Κυρίως, όμως, έγινε σεβαστή η επιθυμία του να μην εκδοθούν όσα ο ίδιος δεν πρόλαβε να επεξεργαστεί για να αποφευχθεί πιθανή πλάνη από παρερμηνείες που ίσως θα προκαλούνταν στα σημεία εκείνα που δεν είχε προλάβει να ολοκληρώσει. Αναζητήθηκε, επίσης, φωτογραφικό υλικό από τις αγαπημένες ανεψιές του, Δώρα και Σουζάνα, κόρες της αείμνηστης αδελφής του Σπυριδούλας (Λούλας) Τσίρκα, σπουδαίας μαίας που εργάστηκε στο ΙΚΑ Αγρίνιου και το πέρασμά της από τη μικρή κοινωνία της ιδιαίτερης πατρίδας έχει αφήσει τις καλύτερες αναμνήσεις στους Αγρινιώτες για την ανιδιοτέλεια και τον ανθρωπισμό της.

Για φωτογραφικό υλικό, επίσης, απευθυνθήκαμε και στην οικογένεια του αείμνηστου αδελφού του Ντίνου Σαλάκου, γνωστού αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, ο οποίος μετέπειτα σταδιοδρόμησε ως επιτυχημένος δικηγόρος στην Αθήνα και δημιούργησε οικογένεια αφήνοντας δυο γιους, τον Χρήστο και τον Νίκο. Τέλος έκρινα σκόπιμο να καταρτιστεί Ευρετήριο των κυρίων ονομάτων και άλλων όρων που διευκολύνουν τον αναγνώστη να αντλήσει πληροφορίες για γεγονότα και πρόσωπα της Εθνικής και τοπικής κυρίως ιστορίας. Το βιβλίο εκδόθηκε το 2004 και φέρει ενυπόγραφη  την αφιέρωση του υιού του: «Στον πατέρα που έφυγε / στο Βασίλη που ήλθε /Ν.Β. Σαλάκος».[12] Κατά την ταπεινή μου γνώμη, η φροντίδα της οικογένειας Νίκου Β. Σαλάκου να εκδοθούν τα ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ είναι σπουδαίας σημασίας απόφαση για τους εξής λόγους:

Πρώτον: Ο Βασίλειος Σαλάκος στην προσωπική του ιστορία σκιαγραφεί και τον πολιτικό - κοινωνικό ιστό μιας σημαντικής περιόδου (1920 - 1960) που σημαδεύεται από εθνικά αλλά και παγκόσμια ιστορικό - πολιτικά γεγονότα (Μικρασιάτες πρόσφυγες, δικτατορία του Μεταξά, Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, Ελληνική Εθνική Αντίσταση, εθνικός, διχασμός κλπ.). Έτσι η προσωπική μνήμη συνδυάζεται με τη συλλογική, αφού επανειλημμένα η βιωματική εμπειρία αποκτάει και ιστορική διάσταση.

Δεύτερον: ΤΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ είναι ανεκτίμητο αρχείο πληροφοριών για ένα μελλοντικό ερευνητή απ’ όπου θα αντλήσει στοιχεία για την κοινωνική και πνευματική κατάσταση της περιοχής του Αγρίνιου, κατά την προπολεμική αλλά και την πρώιμη μεταπολεμική περίοδο, όπως: εκπαίδευση, νοοτροπία, πνευματικοί φορείς της μικρής κοινωνίας, ασχολίες κλπ. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτες είναι οι ενότητες στις οποίες ο συγγραφέας περιγράφει γεωργοκτηνοτροφικές ασχολίες (νυχτοβοσκή, ξεφλούδισμα καλαμποκιών), αλλά και εργασιακές σχέσεις μόνιμες ή περιστασιακές όπως καπνοκαλλιέργεια, εξόρυξη ρεικόριζας, ασφαλτόστρωση Εθνικής οδού Αγρίνιου - Καρπενησιού κ.ά.

Ομοίως αξίζει, επίσης, να διαβάσουμε σήμερα για τα Γυμνασιακά χρόνια της 10ετιας του 1930 στα νεόδμητα Παπαστράτεια Εκπαιδευτήρια, να αφουγκραστούμε τις εμπειρίες από την σχολική εκείνη καθημερινότητα ή να θυμηθούμε και ονόματα καθηγητών που αχνοφέγγουν στη μνήμη μας. Και το κυριότερο, εμπεδώνουμε πώς άλλαξε τότε αίφνης ο ρους της καθημερινότητας για τη γενιά εκείνη και όχι μόνο. Άλλωστε αυτό  αποτυπώνεται στη φράση το αφηγητή: «Τον επόμενο χρόνο (1938), στην τελευταία τάξη πια του Γυμνασίου αρχίσαμε να σκεφτόμαστε σοβαρά, τι θα απογίνουμε […]άρχισαν τότε να φαίνονται και τα μαύρα σύννεφα του πολέμου» (σελ. 70 )

Τρίτον: Τα κεφάλαια επίσης που αναφέρονται στην Κατοχή και την Αντίσταση είναι αξιοπρόσεκτα, διότι ο συγγραφέας καταθέτει τη συσσωρευμένη εμπειρία μιας σκληρής και ταραγμένης εποχής όπου επικρατούσε κοινωνική και εθνική σύγχυση. Καταγράφει τη ροή των ιστορικο-πολιτικών γεγονότων χωρίς πουθενά να τονίζει τον προσωπικό του ρόλο (στην όλη υπόθεση) αλλά ούτε και της οικογένειάς του, παρόλο που η οικογένεια Σαλάκου υπήρξε ένας από τους κύριους συντελεστές του Αντιστασιακού Αγώνα, με αποκορύφωμα τη θυσία του μικρότερου αδελφού Χρήστου (Μ. Παρασκευή του 1944).

Τέταρτον: Ο Βασίλειος Σαλάκος έγραψε όχι για να του δοθεί ο τίτλος του συγγραφέα αλλά από εσωτερική ανάγκη. Παράλληλα όμως η παιδεία και η ευαισθησία που τον διέκριναν έδωσαν ένα κείμενο με αναμφισβήτητη λογοτεχνική αξία. Σεμνός, ειλικρινής, αθόρυβος και ευγενής, γνήσιος δημοκράτης χωρίς φανατισμό και πισωγυρίσματα σε ιδεολογικές αντιπαλότητες, που μεταμορφώνουν τους ανθρώπους σε επικίνδυνα θηρία, χρωματίζει έντονα τα γεγονότα που δίνουν το στίγμα της εποχής χωρίς να ακονίζει τα μίση. Γι’ αυτό, για μερικές περιπτώσεις (π.χ. εμφύλιος) επιλέγει τη «Σιωπή της Μνήμης» ή την «Μνήμη της Σιωπής», αυτός, ο αγνός και φλογερός Πατριώτης!

----------------------------ο------------------------------

Ακολουθεί συμπληρωματικό κείμενο της Δρ. Χρυσούλας Σπυρέλη

ΤΟ ΕΤΟΣ 1944 ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

14 Απριλίου 1944 στο Αγρίνιο

Κείμενο του αειμνήστου φιλολόγου, Βασιλείου Ν. Σαλάκου (1919-2001), που αναφέρεται στο τραγικό γεγονός των εκτελέσεων (14 Απριλίου 1944 στο Αγρίνιο), όπως ακριβώς δημοσιεύεται στο βιβλίο του Ενθυμήματα μιας ζωής[13] Αγρίνιο 2004, σσ. 129-135. Επιμέλεια κειμένου προς δημοσίευση: Δρ. Χρυσούλα Σπυρέλη.

 

 «Τελείωσε το 1943, γιόρτασαν οι Ναζί την Πρωτοχρονιά με το δικό τους δυτικό θορυβώδη τρόπο και μείς μετρούσαμε τις δυνάμεις μας. Γιατί από τις ειδήσεις τις σχετικές με τα πολεμικά γεγονότα των Μετώπων, καταλάβαμε ότι μπήκαμε με το έμπα του καινούριου χρόνου στην κορύφωση, αλλά και στην αμυδρά διαφαινόμενη λύση του δράματος. Πόσο θα κρατούσε αυτή η νέα φάση του αγώνα, δεν το ξέραμε. Όμως το νιώθαμε, ή μάλλον το διαισθανόμασταν, ότι το τέλος της Κατοχής της Χώρας μας, άρχισε να διαφαίνεται στο βάθος του ορίζοντα.

Ταγματασφαλίτες: Οι ντόπιοι αντιδραστικοί, σε συνεργασία με τους καταχτητές, ζήτησαν να έρθει και στην πόλη του Αγρινίου, όπως έγινε και σε πολλές άλλες μεγάλες πόλεις της Χώρας μας, Τάγμα Ασφαλείας από την Πάτρα. Και μάλιστα υποσχέθηκαν να ενισχύσουν το Τάγμα με δυνάμεις από τους ντόπιους αντιδραστικούς (νοικοκυραίους). Και τελικά πέτυχαν το σκοπό τους. Με επί κεφαλής τον Αγρινιώτη Συνταγματάρχη Κέντρο, ιδρύθηκε το τάγμα των Ταγματασφαλιτών- Ράλληδων, με έδρα το Αγρίνιο.

Η Μεγάλη Παρασκευή του 1944

Μπαίνοντας το 1944, η ντόπια αντίδραση, συνεργαζόμενη φανερά πλέον με τους καταχτητές, μέσω του Τάγματος Ασφαλείας (Γερμανοτσολιάδων) δυνάμωσε τον αγώνα της κατά των οργανώσεων της Αντίστασης. Τα μπλόκα ήταν σε ημερήσια διάταξη άλλοτε νύχτα και άλλοτε ξημερώματα. Κατά τον Φλεβάρη-Μάρτη, που οι αντάρτικες ομάδες έφταναν ως τις παρυφές των πόλεων, τα μπλόκα γινόταν κάθε στιγμή. Σε ένα από αυτά τα μπλόκα σε ολόκληρη την πόλη του Αγρινίου, πιάστηκε και ο Χρήστος, ο μικρότερος αδελφός, μαζί με πολλούς άλλους συμπατριώτες μας. Οι αποθήκες καπνού Παναγόπουλου, γέμισαν ασφυχτικά και εκεί υποβλήθηκαν σε φριχτά βασανιστήρια, για να αποκαλύψουν  πρόσωπα και πράγματα της οργάνωσής τους. Δε λύγισαν και άντεξαν τα βασανιστήρια με θάρρος και καρτερικότητα. Ιδιαίτερα η θέση του αδελφού μας ήταν περισσότερα βαρειά γιατί ήταν γνωστό ότι τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του, κατά ένα τρόπο ήταν στο βουνό. Μεταφέρθηκε στις φυλακές της Αγίας Τριάδας, μετά την προφυλάκισή του, μαζί με τον Πάνο Σούλο και πολλούς άλλους νέους αγωνιστές.

Και έτσι φτάσαμε στην Μεγάλη Εβδομάδα του 1944 (14 Απρίλη), που στάθηκαν οι τρεις μελλοθάνατοι, ο Χρήστος Σαλάκος, ο Πάνος Σούλος και ο Αβραάμ Αναστασιάδης, μπροστά στις αγχόνες τους, στην Μεγάλη Πλατεία του Αγρινίου, την Πλατεία Μπέλλου, όπως την λέγαμε τότε, και οι υπόλοιποι εκατόν τόσοι στο μαντρότοιχο του Νεκροταφείου της Αγίας Τριάδας, απέναντι από τις φυλακές, όπου έγινε και ο τάφος τους, η μεγαλύτερη ανθρωποθυσία του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της περιοχής μας. Και αυτό λίγους μήνες πριν από την ολοκληρωτική συντριβή των Ναζιστών. Θρηνήσαμε για τον άδικο χαμό των παλληκαριών μας, μα δεν λυγίσαμε και συνεχίσαμε με περισσότερη ορμή και αυταπάρνηση τον αγώνα για την δικαίωσή τους και για την ολοκλήρωση των ιδανικών όλου του Ελληνικού Λαού.

Προσωπικά δεν μπορώ να μην αναφερθώ και στο θρήνο και το σπαραγμό του πιο μεγάλου αδερφού μας του Ντίνου, που δρούσε σε μια αναπνοή, από την πλατεία του δράματος, χωρίς να μπορεί να προσφέρει κάποια βοήθεια. Προσπάθησε μόνο να απομακρύνει από την πόλη τη γερόντισσα μάνα μας, από το σπίτι μας, κάπου σε περιοχή ελεύθερη, κοντά στην πόλη. Η γερόντισσα κειτόταν παράλυτη, από την μέση και κάτω, μόλις της έφτασε το μαντάτο του χαμού, με μαρτυρικό θάνατο, του στερνού παιδιού της, του πιο αγαπημένου της.

 Είχε βρεθεί στην πλατεία της Θυσίας, το χάραμα της Μεγάλης Παρασκευής, λίγα μέτρα από την κολώνα, που κρεμόταν το στερνοπαίδι της, με το φαγητό στα χέρια και όδευε προς τις φυλακές, όπως μήνες συνήθιζε να κάνει καθημερινά. Κάποιος από τους φρουρούς των κρεμασμένων την αναγνώρισε και της συνέστησε να γυρίσει σπίτι της, γιατί εκείνη τη μέρα, δε θα δεχόταν οι φυλακές επισκέψεις. Όποιος  και να ήταν αυτός, εκείνη την στιγμή πρέπει να θυμήθηκε ότι είχε γεννηθεί άνθρωπος και τον ευχαριστώ για την πράξη του.

Το σπίτι μας το πατρικό, στο Αγρίνιο, λεηλατήθηκε και μεταβλήθηκε σε οίκο ανοχής, προς εξυπηρέτηση των Κατοχικών Στρατευμάτων της πόλης του Αγρινίου. Το αναφέρω ενδεικτικά αυτό, γιατί, μαζί με το άλλο βιός του νοικοκυριού μας, χάθηκαν και όλα τα βιβλία μας, που μαζεύαμε στα χρόνια της φοίτησης στο Πανεπιστήμιο, με χίλιες στερήσεις, για να συγκροτήσουμε την ατομική μας βιβλιοθήκη. Σημειώσεις από τις παραδόσεις μαθημάτων στο Πανεπιστήμιο, επιστημονικά συγγράμματα, ακριβοπληρωμένα για την εποχή εκείνη και ό,τι άλλο έδενε την προσωπική μας ζωή, από τα πρώτα χρόνια, ως τη μέρα της καταστροφής μας, τη μοιραία Μεγάλη Παρασκευή του 1944. Δεν είναι υπερβολικό να πω, ότι για εμένα προσωπικά η ζωή, με τεκμήρια γραπτά, αρχίζει από τη μέρα αυτή του οικογενειακού μας δράματος. Ένας βρόγχος που με έπνιγε νυχτοήμερα, για πάρα πολλά χρόνια από τότε, δεν με άφηνε να χαρώ τη ζωή».

Σημείωση (1): Ο Βασίλειος Σαλάκος γεννήθηκε το 1919 και έφυγε από τη ζωή 14 Σεπτεμβρίου το 2001. Αδελφός του είναι ο Χρήστος Σαλάκος, που απαγχόνισαν οι Γερμανοί Ναζί. Ο αείμνηστος Θ.Μ. Πολίτης θεωρεί σημαδιακή την ημερομηνία του θανάτου, καθώς την ίδια ημερομηνία, 14 Σεπτεμβρίου (αλλά το έτος 1944) απελευθερώθηκε το Αγρίνιο. Κατά σύμπτωση ένα χρόνο πριν, 4 Ιουλίου 2000, έγινε στο Αγρίνιο η τελετή αποκάλυψης του «Μνημείου απαγχονισθέντων και Εθνικής Αντίστασης». Το Μνημείο βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της κεντρικής πλατείας του Αγρινίου (πλατεία Δημοκρατίας). Το ανήγειρε ο Δήμος Αγρινίου τιμώντας τη θυσία των τριών ηρώων και φιλοτεχνήθηκε από τον αείμνηστο Αγρινιώτη γλύπτη Θύμιο Πανουργιά (1931 - 2015). Αποτελείται από μια ορειχάλκινη τρίπλευρη στήλη, τοποθετημένη σε μαρμάρινο βάθρο με σκαλοπάτια. Σε κάθε πλευρά της στήλης είναι χαραγμένες οι μορφές των τριών απαγχονισθέντων κατά την Κατοχή. Στην πρόσθια όψη της είναι χαραγμένη η εξής επιγραφή:

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ - 14 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1944

ΑΠΗΓΧΟΝΙΣΘΗΣΑΝ

ΟΙ ΗΡΩΕΣ:

ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΛΑΚΟΣ,

ΠΑΝΟΣ ΣΟΥΛΟΣ,

ΑΒΡΑΑΜ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ

ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΝΑΖΙ ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ 120

ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΠΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΘΗΚΑΝ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ.

 

Ο ΔΗΜΟΣ ΑΓΡΙΝΙΟΥ

ΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΗ ΘΥΣΙΑ

ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΗΡΩΩΝ

ΑΝΗΓΕΙΡΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ

1999

 

Σημείωση (2): Ακτινωτά από την ίδια κεντρική πλατεία του Αγρινίου ξεκινάνε και οι 3 αντίστοιχες ονοματοθεσίες: οδός Χρήστου Σαλάκου, οδός Αβραάμ Αναστασιάδη και οδός Πάνου Σούλου.

----------------------------------------ο---------------------------------------


[1]Εισήγηση της Χρυσούλας Σπυρέλη στη Σχολή Τοπικής Ιστορίας και Πολιτισμού «Αθανάσιος Παλιούρας». Πέμπτη εκδήλωση για την περίοδο 2024-2025, Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025.

[2] Ο Αθανάσιος Δ. Παλιούρας (1937 – 2014) διετέλεσε καθηγητής της Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

[3]Η νεαρή Κατίνα Χαντζάρα  εκτελέστηκε τη Μεγάλη Παρασκευή του 1944 στο Αγρίνιο, ή μόνη γυναίκα στην ανθρωποθυσία των εκατόν είκοσι (120) πατριωτών από τους Γερμανούς. Βλέπε περισσότερα στο βιβλίο της καθηγήτριας Ειρήνης Δ. Τριανταφύλλου: Κατίνα Χαντζάρα (1912-1944). Δοκιμή Ιστορικής Βιογραφίας με Προφορικές Μαρτυρίες, εκδόσεις  Γράμμα, 2018.

[4] Θ.Μ. Πολίτης, «Εισαγωγή» στο: Βασιλείου Ν. Σαλάκου, Ενθυμήματα μιας ζωής, Αγρίνιο 2004, σ. 20-33.

[5].Β. Ν. Σαλάκος, Έλιοτ Μπατάλια (Β. ΟΥΓΚΩ, Νο 80-ΡΩΜΑ), ή «Η Μουριά» Κεφάλαιο VII, Αθήνα 2000, σ. 30-31.

[6] Β. Ν. Σαλάκος, Κερ-Φιου/ Μικρό Χρονικό, Κεφάλαιο VI, Αθήνα 2001, σ. 20.

[7] Β. Ν. Σαλάκος, Κερ-Φιου/ Μικρό Χρονικό, ό.π., σσ. 29-30.

[8] Β. Ν. Σαλάκου, Ενθυμήματα μιας ζωής, Αγρίνιο 2004, σσ. 129-135.

[9] Β. Ν. Σαλάκου, «Αντί Προλόγου», στο Ενθυμήματα μιας ζωής, ό.π., σσ. 35-36.

[10] ΕΛΙΟΤ ΜΠΑΤΑΛΙΑ (Β. ΟΥΓΚΩ, Νο 80-ΡΩΜΑ) ή «Η ΜΟΥΡΙΑ», Αθήνα 2000. Επιμέλεια κειμένου: Χρυσούλα Σπυρέλη. Φέρει αφιέρωση: «Στη Ρενάτα και στον Νίκο». Το εξώφυλλο φιλοτεχνήθηκε από τους Αναστάσιο Μπακατσάκη, Ουρανία Κορδόση. Το βιβλίο τυπώθηκε σε 500 αντίτυπα τον Δεκέμβριο του 2000. Την Ηλεκτρονική σελιδοποίηση και παραγωγή βιβλίου έκανε η Εντοπία (Χαριλάου Τρικούπη 88, Αθήνα). Διανέμεται Δωρεάν.

[11]ΚΕΡ-ΦΙΟΥ/ ΜΙΚΡΟ ΧΡΟΝΙΚΟ, Αθήνα 2001. Επιμέλεια κειμένου: Χρυσούλα Σπυρέλη. Φέρει αφιέρωση: «Στο φίλτατο Παναγιώτη Κούμουρο/ που είναι πρωταγωνιστής/ στο Μικρό Χρονικό. Με πολλή αγάπη Β. Σαλάκος». Το εξώφυλλο φιλοτεχνήθηκε από την Αθανασία Παπαθανασίου. Το βιβλίο τυπώθηκε σε 200 αντίτυπα τον Ιανουάριο του 2001. Την Ηλεκτρονική σελιδοποίηση και παραγωγή βιβλίου έκανε η Εντοπία (Χαριλάου Τρικούπη 88, Αθήνα). Διανέμεται Δωρεάν.

[12] Β. Σαλάκου, Τα Ενθυμήματα μιας ζωής. Αγρίνιο: Προπολεμικά & μεταπολεμικά χρόνια. Επιμέλεια: Χρυσούλα Σπυρέλη, Αγρίνιο 2004. Στο εξώφυλλο αναμνηστική Φωτογραφία (1962). Ο Σύλλογος των καθηγητών του Παπαστρατείου Γυμνασίου Αρρένων Αγρινίου με τους τελειόφοιτους μαθητές του Σχολείου. Το βιβλίο τυπώθηκε σε 50 αντίτυπα το Δεκέμβριο του 2004. Ηλεκτρονική σελιδοποίηση:  Β.Χ. Πασχέντης, Παπαστράτου 51 Αγρίνιο. Κεντρική Διάθεση: Βιβλιοπωλείο «Επίκουρος», Πλατεία Σουλίου, Αγρίνιο.

[13] Βασιλείου Ν. Σαλάκου, Τα Ενθυμήματα μιας ζωής. Αγρίνιο: Προπολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια. Επιμέλεια: Δρ.Χρυσούλα Σπυρέλη, Αγρίνιο 2004. Στο εξώφυλλο αναμνηστική Φωτογραφία (1962). Ο Σύλλογος των καθηγητών του Παπαστρατείου Γυμνασίου Αρρένων Αγρινίου με τους τελειόφοιτους μαθητές του Σχολείου. Το βιβλίο τυπώθηκε σε 50 αντίτυπα τον Δεκέμβριο του 2004. Ηλεκτρονική σελιδοποίηση: Β.Χ. Πασχέντης, Παπαστράτου 51 Αγρίνιο. Κεντρική Διάθεση: Βιβλιοπωλείο «Επίκουρος», Πλατεία Σουλίου, Αγρίνιο.

 -----------------ο--------------------

Α.Κ.Κ.











 



Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Όμορφη Σπηλιά Καλάνας, Όρη Βάλτου, εξερεύνηση πριν 30 χρόνια.

Μνημόσυνο Μακαριστού Μητροπολίτη Κοσμά στην Μεγάλη Χώρα Αγρινίου

Τα χωριά του Βάλτου πριν 500 χρόνια