Τελέστηκε μνημόσυνο για το ολοκαύτωμα της Μακρυνείας το 1943

Κείμενο και φωτογραφίες Απόστολος Κων. Καρακώστας

Το πρωί της Κυριακής 13ης Αυγούστου ο Δήμος Αγρινίου τέλεσε στην Γαβαλού επίσημο Μνημόσυνο για τα 65 θύματα των Γερμανών τον μήνα Ιούλιο του 1943 στις Δημοτικές Ενότητες Αρακύνθου και Μακρυνείας. (Άγιος Ανδρέας, Άκρες, Άνω Κεράσοβο, Άνω Μακρυνού, Γαβαλού, Γραμματικού, Δαφνιά, ευγαράκι, Κάτω Κεράσοβο, Κάτω Μακρυνού, Ματαράγκα, Παλαιοχώριον (Καψοράχη), Παππαδάτες, Τριχώνιο, και Δερβέκιστα).

Στον Ιερό Ναό της Αγίας Φωτεινής στην Γαβαλού μετά την Θεία Λειτουργία ο Εφημέριος της κοινότητας πάτερ Χριστόφορος Αγγελής και ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Σιλουανός Ψιλιάς, Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας και οι ιεροψάλτες κύριοι Χαράλαμπος Δανιάς και Διονύσιος Παπαθανασίου, τέλεσαν εντός της εκκλησίας διπλό μνημόσυνο, υπέρ αναπαύσεως της ψυχής της αποθανούσης πρόσφατα Ρεβέκας και των ψυχών που έχασαν την ζωή τους κατά την Γερμανική καταστροφική επιδρομή το 1943 στην περιοχή.






 

Με το πέρας του μνημόσυνου ο Παναγιώτης Καζανάς, γιός του Χριστόφορου Καζανά μίλησε για το ολοκαύτωμα στην περιοχή και για την τραγωδία του πατέρα του που συνελήφθη για την αντίσταση στον κατακτητή και μεταφέρθηκε στο Νταχάου της Γερμανίας μέχρι την απελευθέρωσή του από της Συμμαχικές Δυνάμεις. 

 



Ακόμη περιέγραψε τα μαρτύρια του πατέρα του που δεν τελείωσαν με τον πόλεμο αλλά συνεχίστηκαν και μετά από αυτόν…Ο λόγος του συγκίνησε όλους όσους παρακολούθησαν την ομιλία του. (ο πλήρης λόγος του κ. Καζανά ακολουθεί στο τέλος).

Ακολούθως εψάλη στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας επιμνημόσυνη δέηση για τα 65 θύματα της απάνθρωπης θηριωδίας που γνώρισε η Μακρυνεία πριν  80 χρόνια.



Παρουσία των επισήμων και πολλών κατοίκων της περιοχής, διαβάστηκαν τα ονόματα των θυμάτων από τον τελετάρχη του Δήμου κύριο Χαράλαμπο Τσιάμη. 

 

 Έγινε κατάθεση στεφάνων στο ηρώο των πεσόντων υπέρ πατρίδος από τους: 




















 Δήμαρχο Αγρινίου κ. Γεώργιο Παπαναστασίου, τον εκπρόσωπο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας κ. Λάμπρο Δημητρογιάννη, τον Πρόεδρο της τοπικής κοινότητας Γαβαλούς κ. Ανδρέα Γούλα, τον πρώην Δήμαρχο κ. Δημήτρη Τραπεζιώτη, τον Διοικητή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας σταθμού Γαβαλούς και Πρόεδρο Τ.Κ. Αγίου Ανδρέα  κ.Ευστάθιο Λαγό, τους Προέδρους των Τ.Κ. Δαφνιά κ.  Παναγιώτη Μακρυγιάννη, Λιθοβουνίου κ. Κωνσταντίνο Αλεξανδρή, Ματαράγκας κ. Γεώργιο Αγγελή, Τριχωνίου κ. Ανδρεα Γκολφίνου,  εκπροσώπους οικογενειών των θυμάτων, Τραγούλια και Σιάμπαλη, Τον Πρόεδρο της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αιτωλοακαρνανίας Αντ/χη Ε.Α. κ. Περικλή Τσάντζαλου, τον εκπρόσωπο του συνδέσμου Αποστράτων Σωμάτων Ασφαλείας Αγρινίου κ. Νταβαρίνο, τον εκπρόσωπο της Εθνικής Αντίστασης κ. Νικόλαο Τσάτσο, Τον πρόεδρο του Συλλόγου Γαβαλιωτών Αθήνας κ. Άρη Σουφλή, Τον Πρόεδρο του Συλλόγου Λιθοβουνίου και Ιστορικό ερευνητή-Συγγραφέα κ. Δημήτριο Αλεξανδρή, την Πρόεδρο του Αγριονίς Γαία κα. Βύκυ Αγγελή, Τον Πρόεδρο του συλλόγου Καζαναίων κ. Παναγιώτη Καζανά, τον  Πρόεδρο του ΤΟΕΒ Παμφιλίας κ. Γιαννέλο Νώντα. 

Τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή,  εψάλη ο Εθνικός ύμνος από την Φιλαρμονική Αγρινίου και έγινε λήξη της σεμνής τελετής.




Ευχή όλων  είναι να στηθεί ένα μνημείο για όλα τα θύματα της κατοχικής περιόδου στην Μακρυνεία με αναγραφή των ονομάτων τους, σαν έλαχιστος φόρος τιμής όσων αγωνίστηκαν και έχασαν την ζωή τους για την Ελευθερία το ματωβαμένου τόπου…

Α.Κ.Κ.







 
Ακολουθεί η ομιλία του κ. Π. Καζανά



Πανοσιολογιώτατε, Αιδεσιμώτατοι,

Κ. Δήμαρχε

Πρόεδρε του Συλλόγου Γαβαλιωτών Αθήνας κ. Άρη Σουφλή, κ. Δημήτρη Αλεξανδρή, δική σας η ιδέα για την σημερινή εκδήλωση μνήμης, που υλοποιείται από τον Δήμο μας, κάθε χρόνο.

Κυρίες και κύριοι Αντιδήμαρχοι, Δημοτικοί και Περιφερειακοί Σύμβουλοι, τοπικοί Πρόεδροι Κοινοτήτων, υποψήφιοι των Αυτοδιοικητικών Εκλογών, Πρόεδροι και Εκπρόσωποι των τοπικών Συλλόγων, Εκπρόσωποι της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής

Κυρίες και κύριοι

Σας ευχαριστώ για την σημερινή τιμή.

Βρίσκομαι  ενώπιόν σας για να αναφερθώ σε δύο από τα πιο σκοτεινά και φρικαλέα στην ιστορία του τόπου μας γεγονότα.. Είναι καθήκον μας να θυμόμαστε και να αναλογιζόμαστε τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν κατά την διάρκεια αυτής της  περιόδου. Μιας περιόδου που ανέδειξε την ανθρώπινη σκληρότητα, την προκατάληψη και την μισαλλοδοξία.

Η αναφορά και υπενθύμιση αυτών των γεγονότων, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αποτροπή της επανάληψης  τέτοιων φρικαλεοτήτων. 

 

 Θα σας διηγηθώ δύο ιστορίες που διαδραματίζονται την ίδια χρονική περίοδο. Η μία αφορά έναν ολόκληρο πληθυσμό, τους κατοίκους της Μακρυνείας και η άλλη ένα μόνο πρόσωπο, τον Μακρύνειο, Χριστόφορο Καζανά. Εκτός όπως αναφέρθηκε διαδραματίζονται την ίδια περίοδο τις συνδέουν και  το ότι και στις δύο θύματα ήταν Έλληνες και θύτες οι Γερμανοί και το ότι και στις δύο εμπλέκονται έλληνες δοσίλογοι που εκείνη την περίοδο πλούτιζαν  εις βάρος των συμπατριωτών τους και δεν δίσταζαν να τους στέλνουν ακόμη και στο εκτελεστικό απόσπασμα, δηλώνοντας τάχα πατριώτες.

Η διήγηση θα ακολουθήσει τα γεγονότα χρονικά…

Είμαστε σε Ημέρες κατοχής….

 27 Ιουλίου του 1943

 μια μικρή ομάδα από 4 Γερμανούς, με ένα μικρό αυτοκίνητο, φεύγει από το Αγρίνιο με προορισμό τη Μακρυνεία για το συνηθισμένο «πλιάτσικο» των χωριών. Μια ομάδα του ΕΑΜ Γραμματικούς – Γαβαλούς στήνει ενέδρα στους Γερμανούς στη θέση Χασάναγα, με αποτέλεσμα δύο από αυτούς να σκοτωθούν και οι άλλοι δύο να αιχμαλωτισθούν. Τη νύκτα όμως ένας από τους αιχμαλώτους κατάφερε να διαφύγει και με βάρκα πέρασε απέναντι στα Αμπάρια. Από εκεί πήγε στο Αγρίνιο, όπου ανέφερε το γεγονός στη Γερμανική Διοίκηση.

 

Την επόμενη ημέρα 28 Ιουλίου  ξεκίνησε από το Αγρίνιο μια Γερμανική φάλαγγα με τανκς, φορτηγά και μοτοσικλέτες και επιδίδεται στη συστηματική καταστροφή των χωριών της Μακρυνείας, ως αντίποινα.  Συνεργεία Γερμανών στρατιωτών, αφού αφαιρούσαν από κάθε σπίτι ότι χρήσιμο και εμπορεύσιμο υπήρχε, στη συνέχεια «έριχναν κάποια σκόνη» και με έναν πυροβολισμό το σπίτι γινόταν παρανάλωμα.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, ξεχύθηκαν με τανκς και άλλα στρατιωτικά οχήματα στον κάμπο της Μακρυνείας, όπου είχαν καταφύγει ηλικιωμένοι, ανάπηροι, γυναίκες και μικρά παιδιά, που δεν κατάφεραν να φύγουν προς το δάσος του Αράκυνθου, για να γλυτώσουν και άρχισε η μεγαλύτερη εκκαθαριστική επιχείρηση αμάχων, που γνώρισαν οι κοινότητες της περιοχής .

 

Μέσα στα σπαρτά, στα αμπέλια, στα χαντάκια και κάτω από τις ελιές, αναφέρει ο Δημήτρης Αλεξανδρής, ομάδες από γυναικόπαιδα εκτελούνταν με τον πλέον εγκληματικό τρόπο. Δύο μέρες κράτησε το ανθρωποκυνηγητό αυτό του κάμπου. Οι κάτοικοι παρακολουθούσαν το μεγάλο φονικό από τις ράχες του Αράκυνθου. Οι Μακρύνειοι, όταν οι Γερμανοί έφυγαν για το Αγρίνιο και κατέβηκαν στα καμένα και κατεστραμμένα σπίτια τους, διαπίστωσαν το δράμα της ανθρωποσφαγής, μέσα σε σκηνές αλλοφροσύνης που κράτησαν όλη τη νύχτα.

Βρέθηκαν γέροντες και παράλυτοι σκοτωμένοι πάνω στο κρεβάτι τους, νήπιο στην αγκαλιά της σκοτωμένης μητέρας του με το κεφάλι σπασμένο από τον υποκόπανο όπλου. Όποιος βρισκόταν μπροστά σε Γερμανό εκτελούνταν. Στη Γραμματικού, η οικογένεια Καλλιακμάνη τυφλώθηκε με τον πιο φρικώδη και απάνθρωπο τρόπο. Ολόκληρες οικογένειες γαζώθηκαν με πολυβόλα.

Σαράντα δύο (42) ήταν συνολικά τα θύματα της Μακρυνείας σ’ αυτό το 1ο Ολοκαύτωμα των χωριών του Αράκυνθου.

 

Ας αρχίσουμε την δεύτερη ιστορία, άγνωστη στους περισσότερους….

Στις 31 Ιουλίου1943, δύο ημέρες μετά το κάψιμο της Μακρυνείας, συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς κατακτητές στου Γουδή ο Χριστόφορος Καζανάς.

Αιτία η οργάνωση αντιστασιακής ομάδας και προδότης κάποιος Λάμπου.

Εφημερίδα της εποχής γράφει:

Ο ανωτέρω μετ΄άλλων Ελλήνων, συνελήφθη υπό οργάνων της Ειδικής Ασφαλείας με την κατηγορίαν ότι θα μετέβαινεν εις το Σώμα Ψαρρού. ( ΕΔΕΣ )

Το Ελληνικόν Στρατοδικείον ήτο αρμόδιον να τον δικάση, αλλά ο Λάμπου διά να εισπράξη αμοιβήν τον  παρέδωσεν εις τους Γερμανούς.

 

Ο Χριστόφορος γεννήθηκε στα Καζαναίικα   στις 10 Μαρτίου του 1920.   Η καταγωγή των προγόνων του είναι από το χωριό Βελεντζικό της Άρτας. Μετακόμισαν στην Αιτωλοακαρνανία, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες  την δεκαετία του 1830-1840 όταν τα σύνορα της Ελλάδος έφταναν μέχρι την Άρτα και  το ελληνικό στοιχείο της Ηπείρου δέχονταν σκληρές επιθέσεις άτακτων Τουρκαλβανών, με αποτέλεσμα την ερήμωση της νότιας Ηπείρου. Εγκαταστάθηκαν  λοιπόν στον Αράκυνθο και δημιούργησαν τον οικισμό Καζαναίικα.

 

Πατέρας του ο Τηλέμαχος και μητέρα του η Κωστούλα Τσοπανά από τα Τσιλιγιανναίικα. Μικρότερος από τα  8 αδέλφια του, έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικία 2 ετών. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στα Καζαναίικα. Όταν ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος  η οικογένειά του αποφασίζει να καταταγεί στην Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή, προκειμένου να μην στρατευθεί και πάει στο μέτωπο, επειδή ήδη ο μεγαλύτερος αδελφός του ο Σωτήρης είχε σκοτωθεί στη Μικρασιατική εκστρατεία και ο αδελφός του Παναγιώτης νοσούσε από πνευμονία ,ενώ ήταν φαντάρος.

Φεύγει από το χωριό στις 14 Απριλίου 1941,μεταβαίνει στην Αθήνα και κατατάσσεται στην Χωροφυλακή. Τελειώνει τη σχολή τον Οκτώβρη του 1942 και αναλαμβάνει υπηρεσία στην ίδια τη σχολή.

Στις 31 Ιουλίου 1943 συλλαμβάνεται όπως είπαμε από τους Γερμανούς κατακτητές στου Γουδή.  

Μετά τη σύλληψη του φυλακίζεται στις στρατιωτικές φυλακές της Βουλιαγμένης όπου έγινε και η δίκη του τον Σεπτέμβριο του 1943 και καταδικάζεται στην αρχή σε θάνατο και κατόπιν με την μεσολάβηση του Ναυπάκτιου Αρχιεπίσκοπου και Αντιβασιλέα Δαμασκηνού, σε ισόβια. Φυλακίζεται πρώτα στις φυλακές Αβέρωφ και μετά στο στρατόπεδο στο Τατόι. Οι κρατούμενοι μένουν σε παράγκες ανά 40-50 άτομα. Φαγητό είχαν μια κουταλιά σούπας το μεσημέρι και μια το βράδυ.

Κάποια μέρα, ένας φυλακισμένος Έλληνας αξιωματικός, πηγαίνοντας αγγαρεία σε μια πηγή έξω από το στρατόπεδο, για να μεταφέρει νερό, δραπέτευσε. Το μεσημέρι εκείνης της ημέρας, οι κρατούμενοι μεταφέρονται στις φυλακές Αβέρωφ. Μένουν σε κελιά 20 ατόμων. Εκεί  παραμένουν 10 ημέρες.

Αφού τους κουρεύουν, τους μεταφέρουν με αυτοκίνητα στο σταθμό Λαρίσης. Τους επιβιβάζουν στο τρένο με προορισμό τη Γερμανία. Δεμένοι δυο-δυο ξεκινούν το ταξίδι της αιχμαλωσίας. Ήταν Απρίλιος του 1944. Για φαγητό τους έδιναν λίγο ψωμί και λίγο τσάι. Μετά από 11 ημέρες φθάνουν στην Αυστρία. Στην Ουγγαρία ο Χριστόφορος πουλάει τα παπούτσια που του έδωσε ο Ερυθρός Σταυρός για να αγοράσει ένα καρβέλι ψωμί.

Στην Αυστρία μένουν ένα μήνα. Από εκεί οι Γερμανοί τους χωρίζουν στέλνοντάς τους σε διαφορετικά στρατόπεδα. Ο Χριστόφορος οδηγείται στο Νταχάου.

Τον Απρίλιο του 1944 ο Χριστόφορος  διαβαίνει την πύλη του στρατοπέδου συγκέντρωσης αιχμαλώτων των Γερμανών ΝΤΑΧΑΟΥ. Τρία χρόνια από τότε που έφυγε από το χωριό του και σε ηλικία μόλις 24 ετών βρίσκεται στη Γερμανία , κάτω από απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης , μακριά από τους δικούς του και την απειλή του θανάτου να κρέμεται  πάνω από το κεφάλι του. Οι αιχμάλωτοι στοιβάζονται κατά χιλιάδες σε παράγκες και κοιμούνται 3-4 άτομα σε ένα κρεβάτι. Για να μην δραπετεύσουν τους κουρεύουν τα μαλλιά κατά μήκος στο κέντρο του κεφαλιού και τους ντύνουν με ασπρόμαυρα ριγωτά ρούχα.

Κάθε μέρα τους ξυπνούν στις 6 το πρωί και όλη τη μέρα μένουν έξω από τις παράγκες, κάνοντας δουλειές στα χωράφια και στη περιποίηση των αγελάδων. Το φαγητό τους είναι το πρωί μία κούπα τσάι, το μεσημέρι ένα πιάτο σούπα(νεροζούμι) και το βράδυ μία φέτα ψωμί με μαργαρίνη. Κάθε πρωί  περνά το κάρο που μαζεύει τα πτώματα όσων πεθαίνουν το βράδυ. Οι ψείρες γεμίζουν τα ρούχα τους, τα οποία τα δίνουν για πλύσιμο μια φορά το μήνα και εκείνη την ημέρα μένουν γυμνοί στο ύπαιθρο.

 

Ξαναγυρίζουμε στην Μακρυνεία…

Στις 5 Αυγούστου 1944,  τις πρώτες πρωινές ώρες  οι καμπάνες άρχισαν να κτυπούν και οι Μακρύνειοι πήραν πάλι το δρόμο προς τις χαράδρες του Αράκυνθου έχοντας μαζί τους ό,τι πρόλαβαν να πάρουν. Τα υπόλοιπα λιγοστά υπάρχοντά τους, τα «πλιατσικολογούν» οι Γερμανοί, οι οποίοι από τα χαράματα πυροβολώντας μπήκανε ξανά στην Μακρυνεία. Καίνε πάλι ότι είχε απομείνει από τον προηγούμενο χρόνο. Παραπήγματα, ταράτσες, αποθήκες. Πύρινες γλώσσες και κολώνες μαύρου καπνού ανεβαίνουν στον ουρανό της Μακρυνείας. Η Γερμανική φάλαγγα διασχίζει τη Μακρυνεία με ανοικτά φορτηγά γεμάτα με ρούχα, σκεύη, εργαλεία, άλλα με ζώα, από κοτόπουλα μέχρι μοσχάρια, και άλλα με τσουβάλια με σιτάρι και καλαμπόκι ακόμη και δοχεία με λάδι. Ότι δεν μπορούσαν να πάρουν το έχυναν ή το παρέδιδαν στη φωτιά.

Δυστυχώς τη Γερμανική αυτή φάλαγγα , ακολουθούσαν σαν τον δοσίλογο Λάμπου που πρόδωσε τον Χριστόφορο, μερικές δεκάδες Έλληνες, άλλοι με στολή τσολιά, άλλοι με πολιτικά, για να προδώσουν, να πλιατσικολογήσουν κι αυτοί «οικτροί ουραγοί και συνεργάτες των δημίων της πατρίδας των», όπως αναφέρει στο βιβλίο του ο γιατρός ΑΥΡΗΛΙΩΝΗΣ και διερωτάται: «Είναι άραγε Έλληνες αυτοί; Είναι γέννημα και θρέμμα του ηρωικού και αιματοβαμμένου τόπου που στενάζει κάτω από την Χιτλερική μπότα; Είναι δυνατόν το μίσος τους και μόνο προς τους αντάρτες κομμουνιστές, όπως ισχυρίζονται, να τους οδήγησε σ’ αυτή την προδοτική και πανάθλια πράξη, ώστε να γίνουν ουραγοί και συμπαραστάτες του κατακτητή, σ’ αυτό το ξεθεμέλιωμα των ανθρώπινων ψυχών, του εθνικού μας πλούτου, των σπιτιών και της περιουσίας των Ελλήνων; Οι ανθρώπινες ψυχές που χάθηκαν, οι περιουσίες των κατοίκων δεν ανήκουν σε κόμματα ή ιδεολογικές παρατάξεις, αλλά στο έθνος ολόκληρο. Είναι η ζωή, το αίμα και ο τίμιος ιδρώτας πολλών γενεών Ελλήνων.

 

Και πάλι στον Χριστόφορο

  Στις 27 Απριλίου 1945  γίνεται επίθεση στο στρατόπεδο Νταχάου από τους Αμερικάνους, αλλά δεν μπορούν να το καταλάβουν. Επιστρέφουν μετά από 2 ημέρες και μπαίνουν στο στρατόπεδο. Φέρνουν μαζί τους κονσέρβες φαγητού και πολλοί πέθαναν τρώγοντας πολύ φαγητό. Οι Αμερικάνοι χωρίζουν τους ετοιμοθάνατους από τους υγιείς. Τον Χριστόφορο κατά λάθος τον εντάσσουν στους ετοιμοθάνατους. Για καλή του τύχη ο φίλος του Κωνσταντίνος Κόντος μαζί με άλλους Έλληνες που είναι με τους υγιείς, ανοίγουν βράδυ την περίφραξη του στρατοπέδου και τον φυγαδεύουν στο Μόναχο. Εκεί μπαίνει στο στρατόπεδο των Αμερικάνων όπου παραμένει για ένα μήνα. Με τη βοήθεια του Ερυθρού Σταυρού αρχίζει το ταξίδι της επιστροφής. Παραμένει 2 μήνες στην Ιταλία και στις 11 Σεπτεμβρίου πατάει το πόδι του στον Πειραιά. Μεταφέρεται στο 8ο Γυμνάσιο Αχαρνών. Στο Μοναστηράκι πετάει τα ρούχα της φυλακής και με τα λίγα χρήματα που του δίνει ο Ερυθρός Σταυρός αγοράζει άλλα. Επιστέφει στην υπηρεσία του όπου του ανακοινώνεται η μετάθεσή του στην Κρήτη, χωρίς να του επιτρέψουν να επισκεφθεί τους οικείους του στα Καζαναίικα. Λιποτακτεί και φεύγει για το χωριό του. Σταματά σε καφενείο της Μεσάριστας, όπου όταν μαθεύτηκε ότι γύρισε αιχμάλωτος από την Γερμανία, όλοι έσπευσαν να τον δουν σαν κάτι αξιοθέατο. Επιστρέφει στην Αθήνα όπου φυλακίζεται ως λιποτάκτης, αλλά η φυλακή αυτή ήταν παλάτι. Κρεβάτι, ζέστη,  καθαριότητα, φαγητό και το κυριότερο χωρίς ψείρες.

Ξαναεντάσεται στο σώμα και παίρνει σύνταξη το 1969.

Απεβίωσε στις 28 Ιουνίου 2017, σε ηλικία 97 ετών.

Ο Χριστόφορος  είναι ο ήρωάς μου, ο πατέρας μου.

Το 2002 έδωσα εγώ με τον Χριστόφορο μια  μάχη εναντίον του Γερμανικού κράτους μέσω του ΔΟΜ ( ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ) και την κερδίσαμε!

Είμαστε από τους ελάχιστους Έλληνες που κινηθήκαμε μεμονωμένα και καταφέραμε η Γερμανία να μας δώσει αποζημίωση για την αιχμαλωσία του πατέρα μου, η οποία ανήλθε στο ποσόν των 15.000 μάρκων, δηλ 7.500 ευρώ. Σε κάτι που το Ελληνικό Κράτος δεν έκανε τίποτε μέχρι σήμερα.

Κύριε Δήμαρχε,

Καθώς θυμόμαστε τα θύματα του ολοκαυτώματος, ας δεσμευτούμε να τιμήσουμε την μνήμη τους αναγείροντας μνημείο με τα ονόματα όσων σφαγιάστηκαν από τους Γερμανούς. Θα είναι η ελάχιστη τιμή προς αυτούς, αλλά και η συνεχής υπενθύμιση προς τις μετέπειτα γενιές.

Κυρίες και κύριοι,

Ο Αράκυνθος είναι η ζωή της Μακρυνείας. Ο Αράκυνθος έσωσε τους προγόνους μας. Είμαστε ευλογημένοι που έχουμε αυτό το βουνό που σε οδηγό της ΝΑΤΟΎΡΑ αναφέρεται σαν το Πήλιο της Νότιας Ελλάδας αλλά και διπλά ευλογημένοι που στα πόδια μας έχουμε την Τρχωνίδα, την μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας.

Τότε είχαμε το κάψιμο της Μακρυνείας, σήμερα  όμως, έχουμε την ερημοποίησή της.

Τότε υπήρχαν νέοι που μέσα από αντίξοες συνθήκες ανάστησαν τα χωριά μας, σήμερα μόνο ηλικιωμένοι που το μόνο που περιμένουν είναι η πενιχρή σύνταξη του ΟΓΑ.

Πιστεύω πως είναι θέμα πολιτικής βούλησης και όλοι μαζί, κάτοικοι, φορείς, τοπική αυτοδιοίκηση και βουλευτές να κινηθούμε προς την κατεύθυνση της Αναγέννησης της Μακρυνείας, ώστε η γενιά μας να μην είναι  εκείνη η γενιά που θα βάλει την ταφόπλακα στην Μακρυνεία, κάτι που δεν μπόρεσαν να κάνουν οι Γερμανοί κατακτητές, αλλά να είναι η γενιά της αναζωογόνησης και της προόδου. Λύσεις υπάρχουν αλλά  απαιτείται όραμα, δουλειά, επιμονή και υπομονή.

Να ξανανοίξουν τα σχολειά μας και να γεμίσει ο κάμπος με ζωή.

Κρούω τον κώδωνα του κινδύνου……

Ο θάνατος της Μακρυνείας είναι προ των πυλών.

Μακάρι ο Αράκυνθος και η Τριχωνίδα να αποτελέσουν το εφαλτήριο για την ανάπτυξη όλου του Δήμου μας.

Σας ευχαριστώ.

 


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Όμορφη Σπηλιά Καλάνας, Όρη Βάλτου, εξερεύνηση πριν 30 χρόνια.

Τους Ήρωες Πιλότους τίμησε η Μεγάλη Χώρα Αγρινίου

“Η προσφορά των Στάϊκων στον Αγώνα του 1821”